Το παρακάτω άρθρο δημοσιεύθηκε στο ένθετο περιοδικό Gentleman της εφημερίδας Ναυτεμπορική την 16η Δεκεμβρίου 2009, απο τους Βερβερέλη Δημήτρη και Μπούμη Πέτρο.


GentlemanΕίναι γρήγορα, ευέλικτα, μπορούν να προσγειωθούν (σχεδόν) παντού και, το κυριότερο, προσφέρουν στους χειριστές και στους επιβάτες τους τη μοναδική εμπειρία της… αφ’ υψηλού θεώρησης των πραγμάτων! Το Gentleman μυείται στη γοητεία της πτήσης με ελικόπτερο, συνομιλώντας με δύο φανατικούς οπαδούς της!

Από τους Δημήτρη Βερβερέλη και Πέτρο Μπούμη

Άλλοι το βλέπουν με δέος, αρκετοί το φοβούνται, περισσότεροι, ίσως, το ζηλεύουν, ενώ, για πολλούς, αποτελεί όνειρο ζωής. Η αρχική σύλληψη της ιδέας του ελικοπτέρου ανήκει στον Leonardo Da Vinci ο οποίος, το 1493 (!), αποτύπωσε στα σχέδιά του μια μηχανή, που θα μπορούσε να ανυψωθεί με ανθρώπινη κινητήρια δύναμη στον αέρα. Ο σπουδαίος Da Vinci είχε κατανοήσει την πτήση και είχε σχεδιάσει άλλες μηχανές, που έμοιαζαν με τα σημερινά ανεμόπτερα και αεροπλάνα. Η συγκεκριμένη, όμως, είχε την ιδιαιτερότητα να εκτελεί κάθετη ανύψωση.

Da VinciΠέρασαν περισσότεροι από τέσσερις αιώνες μέχρι, το ελικόπτερο να γίνει πραγματικότητα και να αποκτήσει το όνομά του από τη σύνθεση των ελληνικών λέξεων «έλικας» και «φτερό».

Αρχικά, τα ελικόπτερα χρησιμοποιήθηκαν από το στρατό για σκοπούς διάσωσης, αφού η δυνατότητά τους να από-προσγειώνονται σε δυσπρόσιτα μέρη, τα κατέστησε πολύτιμα για τη γρήγορη μεταφορά τραυματιών. Στις μέρες μας, εκτός από το σημαντικότατο ρόλο που εξακολουθούν να παίζουν στην έρευνα και διάσωση, χρησιμοποιούνται και ως ιδιωτικά μέσα μεταφοράς αλλά και αναψυχής.

Στο άκουσμα του γνώριμου ήχου ενός ελικοπτέρου που περνά, οι περισσότεροι από εμάς στρέφουμε το βλέμμα προς τον ουρανό, ενώ, οι πιο τυχεροί έχουμε παρακολουθήσει από κοντά, με δέος, την ήρεμη και αργή κίνησή του, τη στιγμή που αφήνει το έδαφος. Το βέβαιο είναι ότι σχεδόν όλοι θα θέλαμε να βρεθούμε μέσα στην καμπίνα του ή και –γιατί όχι;- να κρατήσουμε το χειριστήριο που το κινεί. Στο παρελθόν, το όνειρο αυτό ήταν δύσκολο να πραγματοποιηθεί, εξαιτίας του σχετικά υψηλού κόστους της πτήσης. Σήμερα, όμως, τα πράγματα έχουν αλλάξει. Υπάρχουν μικρά ελικόπτερα -ακόμα και δύο ατόμων- που στοιχίζουν όσο ένα ακριβό αυτοκίνητο, αλλά και αερολέσχες που διαθέτουν τα ελικόπτερα προς ενοικίαση στα μέλη τους, με κόστος που δεν είναι πλέον απαγορευτικό.

Η πτήση με ελικόπτερο δεν έχει καμία σχέση με αυτή του αεροπλάνου. Αυτό το νιώθει κανείς από τη στιγμή που θα βρεθεί στην καμπίνα. Ακόμα και αν καθίσει στα πίσω καθίσματα, βρίσκεται τόσο κοντά στο πιλοτήριο, ώστε νιώθει ότι συμμετέχει στη διαδικασία της πτήσης, παρακολουθώντας από πολύ κοντά τον πιλότο να πραγματοποιεί –και, ταυτόχρονα, να εξηγεί με απλά λόγια- τους απαραίτητους χειρισμούς.

Η πιο δυνατή, ίσως, εμπειρία από όλη την πτήση είναι η στιγμή που το ελικόπτερο αφήνει το έδαφος και αιωρείται μόλις μερικά εκατοστά πάνω από αυτό. Είναι πράγματι εντυπωσιακό, ένα αεροσκάφος με αρκετό βάρος, να παραμένει σχεδόν ακίνητο σε αιώρηση, μια κατάσταση άγνωστη για τις πτήσεις των αεροπλάνων, που χρειάζονται αρκετά μέτρα διαδρόμου, ώστε να αποκτήσουν την απαραίτητη ταχύτητα για απογείωση.
Η απουσία κραδασμών κατά τη διάρκεια της πτήσης, κάνει το ταξίδι ήρεμο και ξεκούραστο, ακόμα και με την ύπαρξη δυνατού ανέμου. Ο επιβάτης έχει την ευκαιρία να απολαμβάνει την πανοραμική θέα, η οποία, στα αεροπλάνα, λόγου χάρη, αποτελεί αποκλειστικό «προνόμιο» των πιλότων. Ακόμη και η παρακολούθηση των συνομιλιών με τα αεροδρόμια ή τα άλλα αεροσκάφη συντελεί στο να γίνει η πτήση μια αξέχαστη εμπειρία.

Ποιο είναι, όμως, το πραγματικά… ακαταμάχητο πλεονέκτημα των ελικοπτέρων; Μα, ότι πάνε παντού! Ειδικότερα στην Ελλάδα, όπου τα αεροδρόμια εξυπηρετούν αποκλειστικά τις ανάγκες των αεροπορικών εταιρειών και λειτουργούν μόνο τις ώρες και μέρες των δρομολογίων τους, τα ελικόπτερα αποτελούν ιδανική λύση! Αντί για πίστα αεροδρομίου, το μόνο που χρειάζονται είναι ένας μικρός επίπεδος χώρος, μακριά από κόσμο, ώστε να μην τον ενοχλήσουν κατά τη διάρκεια της από-προσγείωσης εάν δεν εξηπειρετεί κάποιο από τα 73 επίσημα ελικοδρόμια, τα οποία βρίσκονται κυρίως σε νησιά που δεν διαθέτουν αεροδρόμιο. Με ή χωρίς ελικοδρόμιο πάντως, φεύγοντας από την Αθήνα, μπορείς, σε 40 λεπτά της ώρας, να πίνεις καφέ στο Μπούρτζι της Σκιάθου ή, σε μία ώρα, να απολαμβάνεις τη θέα του κάστρου, στο Ναύπλιο. Και μόνο η ιδέα ότι, κατά τη διάρκεια μιας πτήσης, το ελικόπτερο μπορεί να προσγειωθεί σχεδόν οπουδήποτε, είναι συναρπαστική. Έτσι, μία απομονωμένη παραλία στη μέση του πουθενά ή ένα καταπράσινο λιβάδι στις όχθες μιας λίμνης, εκεί όπου δεν υπάρχει πρόσβαση οδικώς, γίνονται ιδανικοί προορισμοί για τους λάτρεις της φύσης και της περιπέτειας.

Για τους λιγότερο… φυσιολάτρες ή για εκείνους που δεν διαθέτουν σχεδόν καθόλου ελεύθερο χρόνο για αποδράσεις, το ελικόπτερο δίνει τη λύση της γρήγορης μετακίνησης για μία ημερήσια εκδρομή ακόμη και σε πιο μακρινά, αλλά πάντα μοναδικά και πανέμορφα σημεία ανά την Ελλάδα. Χαρακτηριστικά παραδείγματα, ο γνωστός στους “θαλασσινούς” του καλοκαιριού “Σούμας”, στην Αγία Ειρήνη της Κύθνου, ή ο Βασίλης, στις “Βρίζες” της Οίτης, που θα σας υποδεχθεί με χαμόγελο, σε ένα απομονωμένο καταφύγιο, μέσα στο καταπράσινο δάσος. Εκεί, σε ένα χειμωνιάτικο τοπίο που δεν θυμίζει καθόλου Ελλάδα, μπορείς να μείνεις μπροστά στο τζάκι απολαμβάνοντας τη θέα ή να βγεις για σκι, snowboard, snowmobile – ακόμα και segway.

Γι’ αυτό, ίσως, δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι, όλο και περισσότερα θέρετρα, ξενοδοχεία, αλλά και ταβέρνες σε απομακρυσμένες περιοχές, ενσωματώνουν στις εγκαταστάσεις τους και ένα ελικοδρόμιο ή έστω ένα καθαρό χώρο προσγείωσης, προς ευκολία των πελατών τους.

Βέβαια, δεν είναι απαραίτητο να έχεις συγκεκριμένο προορισμό για να πετάξεις με ένα ελικόπτερο. Μια «βόλτα» με φίλους, στη λίμνη του Μαραθώνα, πάνω από την Εύβοια ή ακόμα και πάνω από την Αθήνα, είναι τόσο μαγική, ώστε σε… μολύνει με το μικρόβιο της πτήσης!

Μήπως, λοιπόν, είναι καλύτερο, αντί να σε πηγαίνουν οι άλλοι, να ελέγχεις ο ίδιος το ελικόπτερο. Αυτό είναι, σήμερα, απολύτως εφικτό, αφού υπάρχουν αρκετές σχολές και και αερολέσχες στην Ελλάδα, που διαθέτουν άριστους εκπαιδευτές αλλά και σύγχρονα ελικόπτερα προς διάθεση.

Εφόσον, λοιπόν υπάρχει Θέληση και καλή υγεία, μέσα σε έξη μήνες, με προσπάθεια και μελέτη, μπορεί κάποιος να βρεθεί πίσω από τα χειριστήρια ενός ελικοπτέρου! Το ερασιτεχνικό πτυχίο που θα αποκτήσει, του δίνει το δικαίωμα να νοικιάσει ένα ελικόπτερο και να κάνει το όνειρό του πραγματικότητα. Βέβαια, χρειάζεται σκληρή δουλειά και αφοσίωση, αλλά και συνεχής επαφή με το αντικείμενο, ακόμα και μετά την απόκτηση του πτυχίου, δεδομένου ότι, η διακυβέρνηση ενός ελικοπτέρου είναι αρκετά πιο πολύπλοκη από αυτήν του αεροπλάνου.

Μία μικρή πτήση με ελικόπτερο μιας αερολέσχης, είναι το πρώτο βήμα. Από κει και πέρα όλα θα πάρουν το δρόμο τους. Στόχος, μία ανεπανάληπτη εμπειρία, αλλά και η εκπλήρωση του ονείρου που είχε ανέκαθεν ο άνθρωπος: να πετάξει.

Δημήτρης Βερβερέλης

———————————-

FlightΗμερολόγιο του… «βαπτίσματος στον αέρα»!

«Από έφηβος, είχα έφεση προς το χειρισμό μηχανημάτων, όπως και στον τρόπο λειτουργίας τους. Μεγαλώνοντας, όλο και πιο πολύ μου καρφωνόταν στο μυαλό η ιδέα να γίνω πιλότος, η οποία, όμως, συνάντησε σθεναρή οικογενειακή αντίσταση, με αποτέλεσμα να ασχοληθώ, τελικά, με επαγγέλματα, που απαιτούσαν να έχω τα πόδια μου σταθερά πάνω στην Γη.
Ιδιωτικά βέβαια, ως ενήλικας, ασχολήθηκα πολύ με την θάλασσα και τα σκάφη αναψυχής, μηχανοκίνητα και ιστιοφόρα, πραγματοποιώντας πολλά ταξίδια στην Ελλάδα και σε γειτονικές χώρες. Όμως, το όνειρο της αεροπορίας είχε σταματήσει στην ηλικία των 18 ετών.

Πλησιάζοντας τα 50, ανακάλυψα ότι ένας φίλος μου, ο οποίος συχνά εξαφανιζόταν από την παρέα, είχε γίνει μέλος σε μία Αερολέσχη στο Τατόι, και μάλιστα είχε πάρει πτυχίο και πετούσε με ελικόπτερο! Αποφάσισα, λοιπόν, να κάνω κι εγώ την επανάστασή μου (κατ’ άλλους… πολύ αργά!).

Έτσι, μετά από σχετική έρευνα αγοράς, βρέθηκα μία Κυριακή του Οκτωβρίου 2005, πρωί-πρωί στο Τατόι, στη βόρεια πύλη, να ψάχνω, όπως μου είχαν πει, τον Ηλία Σοφιανό στην Αερολέσχη Δεκέλειας, για πληροφορίες. Μετά τα τυπικά και την ανάγνωση εντύπων που περιείχαν τα πάντα για μελλοντικούς ερασιτέχνες κυβερνήτες αεροσκαφών και ελικοπτέρων, ακούστηκε από το στόμα του Ηλία η φράση που έμελλε να σημαδέψει την ζωή μου: ‘έχεις χρόνο να πεταχτούμε με το ελικόπτερο μέχρι τις Αφίδνες, 10 λεπτά πτήση πήγαιν’ έλα, να καταλάβεις για τι πράγμα μιλάμε και να δούμε ένα καινούριο ελικόπτερο που θα παραλάβει μία Τεχνική Εταιρεία;’

Μπήκαμε σ’ ένα από τα 4 εκπαιδευτικά 2θέσια Robinson 22, το επονομαζόμενο και “κουνούπι” λόγω μεγέθους, που διαθέτει η Αερολέσχη. Μετά την εξωτερική επιθεώρηση και αφού βάλαμε τα ακουστικά, ο Ηλίας έθεσε σε λειτουργία τον κινητήρα, έκανε τις προβλεπόμενες διαδικασίες, συνεννοήθηκε σε μία, ακατανόητη για μένα, γλώσσα με τον πύργο του αεροδρομίου και ανυψωθήκαμε σε αιώρηση, ακίνητοι ένα μέτρο πάνω από το έδαφος. Είχα ήδη αρχίσει να τρέμω από την συγκίνηση…

Πάνω από τα πρώην βασιλικά κτήματα στο Τατόι, πετώντας προς Μπογιάτι στα 2000 πόδια, ο Ηλίας μου είπε ξαφνικά: ”Τώρα χαλάρωσε, πιάσε τα χειριστήρια απαλά, ακούμπησε και τα πόδια σου στα ποδοστήρια και πάμε μαζί, να νιώσεις το ελικόπτερο”. Πρέπει να κράτησα μαζί του τα χειριστήρια περί τα 2 λεπτά, όταν τον άκουσα πάλι να λέει: ”Δικό μου, πάμε για προσγείωση στο ελικοδρόμιο μπροστά μας, σε ένα λεπτό στο έδαφος”. Όταν, μετά από 4 λεπτά, σταμάτησε να γυρνάει το στροφείο και άνοιξα, με ιδρωμένα χέρια, την πόρτα για να κατέβω, ανακάλυψα ότι τα πόδια μου δεν με υπάκουαν. Καμία δεκαριά «μυημένοι» πλησίασαν, χαμογελώντας τον πιλότο: ”Ηλία, εντάξει ο θείος;”, ρώτησαν (προφανώς λόγω των γκρίζων κροτάφων!). Εγώ, ο «θείος», με την επιστροφή μας στο Τατόι, είχα πάρει την απόφασή μου. Ο κύβος είχε ριφθεί.

Την επόμενη Κυριακή, βρέθηκα πάλι στην Αερολέσχη, για κατάθεση όλων των απαιτούμενων δικαιολογητικών, εγγραφή ως μέλους και αίτηση άδειας μαθητευομένου για ελικόπτερο στην ΥΠΑ. Στις 20 μέρες που μεσολάβησαν μέχρι να εκδοθεί η άδεια να ξεκινήσω τα μαθήματα -πτήσεις, είχα ήδη διαβάσει μία φορά τα βιβλία των μαθημάτων του σχολείου εδάφους (ground school) και, βεβαίως, είχα σπάσει τα νεύρα του εκπαιδευτή μου –και σήμερα, πλέον, κολλητού φίλου- Δημήτρη Βερβερέλη, από τις ερωτήσεις που κάθε άσχετος σαν και μένα θα έκανε.

26 Νοεμβρίου 2005 άρχισε η… καινούρια ζωή μου: το πρώτο μάθημα στο ελικόπτερο. Ένιωσα ότι ξαναγεννήθηκα. Τα συναισθήματα ήταν πολλά και έντονα. Ήθελα πάρα πολύ να τελειώσω τα μαθήματα το συντομότερο δυνατόν, για να πάρω το πτυχίο και να προχωρήσω στο επόμενο βήμα, που ήταν το Robinson 44, αδερφάκι του 22, τετραθέσιο ελικόπτερο που θα μου έδινε την χαρά να ταξιδέψω πιο μακριά.

Δεν θυμάμαι να έχω διαβάσει ποτέ μου με τόση προσοχή, όσο διάβασα για να δώσω εξετάσεις στα μαθήματα εδάφους, ούτε να περιμένω με τόση αγωνία να έρθει η ώρα για την επόμενη πτήση – μάθημα με τον Δημήτρη.
30 Ιουνίου 2006, έχοντας περάσει «με την πρώτη» όλα τα μαθήματα εδάφους στην Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας και συμπληρώσει τις απαιτούμενες από τον νόμο 45 ώρες πτήσεις και,με την σύμφωνη γνώμη του Δημήτρη αλλά και του Ηλία, ήρθε η ώρα για την εξέταση σε πτήση. Παρά το γεγονός ότι ήμουν άυπνος και κατάκοπος από την αγωνία, μετά από μιάμιση ώρα εξέτασης, δέχθηκα τα συγχαρητήρια των παρευρισκομένων μελών της Αερολέσχης, που με έλουσαν με την καθιερωμένη σαμπάνια, για την επίσημη είσοδό μου στην μικρή μας, αεροπορική κοινότητα. Πρόκειται για στιγμές που δεν θα ξεχάσω ποτέ στη ζωή μου, όπως και αυτές της πρώτης μου πτήσης, μετά από λίγες μέρες, ως πτυχιούχου πλέον, με συνεπιβάτιδα τη θαρραλέα σύζυγό μου Κατερίνα, σε μια διαδρομή από Τατόι προς Μαλακάσα, Ωρωπό Χαλκίδα και πίσω, διάρκειας μιάμισης ώρας. Ακολούθησε νέα εκπαίδευση στο 44 και, μετά από δυόμισι μήνες, έγινα κυβερνήτης ενός εκπληκτικού για την κατηγορία του ιπτάμενου μηχανήματος. Με δάκρυα στα μάτια δέχθηκα δώρο από τον Δημήτρη ένα αεροπορικό σωσίβιο για πτήσεις πάνω από την θάλασσα, μαζί με τις επωμίδες του κυβερνήτη και την προσφώνηση, ‘Συγχαρητήρια κύριε συνάδελφε’. Από τότε δεν έχω σταματήσει να πετάω, με την ίδια, πάντα, προσοχή και σεβασμό προς τους κανόνες που διδάχθηκα. Και, κάθε φορά, είτε πρόκειται για μια σύντομη πτήση μέχρι την Αίγινα, είτε για ένα πιο μακρινό ταξίδι στη λίμνη Πλαστήρα, την Πάτμο, την Σχοινούσα, την Κίμωλο ή την Σκιάθο, επιστρέφω με την ίδια, γλυκιά κούραση, που μου δίνει η ικανοποίηση να πετάω μ’ ένα μηχάνημα που ‘’δεν θέλει να πετάξει’’, και το αίσθημα της απόλυτης ελευθερίας που μόνο το ελικόπτερο μπορεί να δώσει! Κάθε πτήση αποτελεί μια καινούρια εμπειρία και γίνεται πάντα αντικείμενο συζήτησης μεταξύ μας, ώστε να μαθαίνουν οι νεότεροι και να μας διορθώνουν οι πλέον πεπειραμένοι. Εξ’ άλλου σ’ αυτόν τον τομέα είναι αναγκαία η ‘’δια βίου εκπαίδευση’’.
Και όταν μαζευόμαστε στην αερολέσχη, είτε για να πετάξουμε, είτε για καφέ και ‘’φρεσκάρισμα’’ γνώσεων, ευχαριστώ τον Θεό που κατάφερα να πραγματοποιήσω το όνειρό μου και εύχομαι ότι, σύντομα, η ελληνική γραφειοκρατία θα επιτρέψει στη Γενική Αεροπορία να αναπτυχθεί και να γίνει πιο γνωστή και προσιτή στο ευρύ κοινό, όπως ισχύει στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης. Η Ελλάδα διαθέτει απίστευτες ομορφιές και εκπληκτικές καιρικές συνθήκες και μπορεί να γίνει ο Παράδεισος της Ευρωπαϊκής Αεροπορικής κοινότητας – και όχι μόνον. Από την πλευρά μου, κάθε φορά που ακούω τον χαρακτηριστικό ήχο ενός ελικοπτέρου που πετάει, στρέφω το βλέμμα μου στον ουρανό και ονειρεύομαι την επόμενη πτήση».

Πέτρος Μπούμης

image_pdf